Ποιος είναι ο μείζων συγγραφέας; Ποιος είναι ο συγγραφέας που κατέχει μια σπουδαία θέση στον λογοτεχνικό κανόνα και στην ιστορία της λογοτεχνίας; Ποιος είναι ο συγγραφέας που όλοι αναγνωρίζουν ότι αξίζει να διαβαστεί και ότι είναι δεξιοτέχνης; Σίγουρα δεν μπορούμε να αποφανθούμε εξετάζοντας το έργο του στο πλαίσιο του μικρού χρόνου. Για να γίνει κάποιος μεγάλος συγγραφέας, πρέπει να σπάσει τα δεσμά της εποχής του, πρέπει να απελευθερωθεί απ’ τον εγκλεισμό στα στενά χρονικά του όρια, πρέπει να εισέλθει στον μεγάλο χρόνο.
Δεν μπορούμε να κρίνουμε δίκαια την αξία ενός συγγραφέα όταν τον εξετάζουμε αποκλειστικά στο πλαίσιο της εποχής του, ούτε όταν λαμβάνουμε υπόψη μόνο τους άμεσους προγόνους του και τους κοντινούς επιγόνους. Αν θέλουμε να δούμε την εικόνα στο σύνολό της, πρέπει να απομακρυνθούμε απ’ αυτή. Πρέπει να μπορέσουμε ν’ αγκαλιάσουμε με το βλέμμα μας το συνολικό πολιτιστικό συγκείμενο και όλη την πρόδρομη και τη μεταγενέστερη λογοτεχνική ιστορία.
Κατ’ αυτή την
έννοια λοιπόν, μείζων συγγραφέας είναι αυτός που το έργο του ριζώνει στο
παρελθόν και θάλλει στο μέλλον. Χρειάστηκε την προεργασία αιώνων για να
εμφανιστεί και εμπλουτίζεται συνεχώς με νοήματα με το πέρασμα του χρόνου. Οι
μεταγενέστεροι το διαβάζουν και το ξαναδιαβάζουν· και ανακαλύπτουν διαρκώς
μέσα του νέα πράγματα, άγνωστα μέχρι τότε. Το εμπλουτίζουν διαρκώς με νέα
νοήματα, νοήματα που ο συγγραφέας είχε κρύψει μέσα στο έργο αλλά έπρεπε να
έρθει ο κατάλληλος καιρός για να βγουν στο φως.
Μιλώντας για τον
Καβάφη, δεν μπορούμε, νομίζω, να αμφιβάλλουμε ότι έσπασε τα δεσμά της εποχής
του και εισήλθε στον μεγάλο χρόνο της νεοελληνικής αλλά και της παγκόσμιας
λογοτεχνίας. Οι μεταγενέστεροι αναγνώστες βρήκαν σ’ αυτόν κάτι που ξεπέρασε την
εποχή του, ανακάλυψαν μια αξία κι ένα νόημα που έχει διαχρονική ισχύ· μια αξία κι ένα νόημα που επαναλαμβάνεται, αναπαράγεται,
εμπλουτίζεται, ανατρέπεται κι εξακολουθεί να υπάρχει με αναρίθμητους τρόπους.
Για παράδειγμα, θα αναφέρω το ποίημα «Εν μεγάλη Ελληνική
αποικία, 200 π. χ.»:
Ότι τα πράγματα δεν βαίνουν κατ’ ευχήν στην Aποικία
δεν μέν’ η ελαχίστη αμφιβολία,
και μ’ όλο που οπωσούν τραβούμ’ εμπρός,
ίσως, καθώς νομίζουν ουκ ολίγοι, να έφθασε ο καιρός
να φέρουμε Πολιτικό Aναμορφωτή.
Όμως το πρόσκομμα κ’ η δυσκολία
είναι που κάμνουνε μια ιστορία
μεγάλη κάθε πράγμα οι Aναμορφωταί
αυτοί. (Ευτύχημα θα ήταν αν ποτέ
δεν τους χρειάζονταν κανείς.) Για κάθε τι,
για το παραμικρό ρωτούνε κ’ εξετάζουν,
κ’ ευθύς στον νου τους ριζικές μεταρρυθμίσεις βάζουν,
με την απαίτησι να εκτελεσθούν άνευ αναβολής.
Έχουνε και μια κλίσι στες θυσίες.
Παραιτηθείτε από την κτήσιν σας εκείνη·
η κατοχή σας είν’ επισφαλής:
η τέτοιες κτήσεις ακριβώς βλάπτουν τες Aποικίες.
Παραιτηθείτε από την πρόσοδον αυτή,
κι από την άλληνα την συναφή,
κι από την τρίτη τούτην: ως συνέπεια φυσική·
είναι μεν ουσιώδεις, αλλά τί να γίνει;
σας δημιουργούν μια επιβλαβή ευθύνη.
Κι όσο στον έλεγχό τους προχωρούνε,
βρίσκουν και βρίσκουν περιττά, και να παυθούν ζητούνε·
πράγματα που όμως δύσκολα τα καταργεί κανείς.
Κι όταν, με το καλό, τελειώσουνε την εργασία,
κι ορίσαντες και περικόψαντες το παν λεπτομερώς,
απέλθουν, παίρνοντας και την δικαία μισθοδοσία,
να δούμε τι απομένει πια, μετά
τόση δεινότητα χειρουργική.—
Ίσως δεν έφθασεν ακόμη ο καιρός.
Να μη βιαζόμεθα· είν’ επικίνδυνον πράγμα η βία.
Τα πρόωρα μέτρα φέρνουν μεταμέλεια.
Έχει άτοπα πολλά, βεβαίως και δυστυχώς, η Aποικία.
Όμως υπάρχει τι το ανθρώπινον χωρίς ατέλεια;
Και τέλος πάντων, να, τραβούμ’ εμπρός.
Το ποίημα αυτό το έγραψε ο Καβάφης το 1928, είναι δύσκολο
όμως να μη διαβάσει κανείς σε αυτό την παρούσα ιστορική συγκυρία. Στην Ελλάδα
διαβάστηκε ήδη (και δικαίως) ως προφητεία για την τωρινή τραγωδία μας. Με την
τόσο ιδιαίτερη ειρωνική του αποστασιοποίηση ο Καβάφης μοιάζει να περιγράφει
λεπτομερώς την κατάστασή μας: όλοι αναγνωρίζουν την ύπαρξη των προβλημάτων («Ότι τα πράγματα
δεν βαίνουν κατ’ ευχήν στην Aποικία / δεν μέν’
η ελαχίστη αμφιβολία», «Έχει άτοπα πολλά, βεβαίως και δυστυχώς, η Aποικία»), πολλοί θέλουν το ερχομό του αναμορφωτή («ίσως, καθώς νομίζουν ουκ ολίγοι, να έφθασε ο καιρός / να
φέρουμε Πολιτικό Aναμορφωτή»), όπως
επίσης και τις ριζικές μεταρρυθμίσεις,
που πρέπει να εφαρμοστούν αμέσως («κ’ ευθύς στον νου τους ριζικές
μεταρρυθμίσεις βάζουν, / με την απαίτησι να εκτελεσθούν άνευ αναβολής»), οι
αναμορφωτές όμως είναι σκληρότατοι («[…] Για κάθε τι, / για το παραμικρό
ρωτούνε κ’ εξετάζουν», «Έχουνε και μια κλίσι στες θυσίες», «Κι όσο στον έλεγχό
τους προχωρούνε, / βρίσκουν και βρίσκουν περιττά, και να παυθούν ζητούνε· / πράγματα που όμως
δύσκολα τα καταργεί κανείς») και αφήνουν πίσω τους συντρίμμια («Κι όταν, με το
καλό, τελειώσουνε την εργασία, / κι ορίσαντες και περικόψαντες το παν
λεπτομερώς, / απέλθουν, παίρνοντας και την δικαία μισθοδοσία, / να δούμε τι
απομένει πια, μετά / τόση δεινότητα χειρουργική») και τότε έρχεται, με τον έναν
ή τον άλλο τρόπο, η συνειδητοποίηση και η μεταμέλεια («Όμως το πρόσκομμα κ’ η
δυσκολία / είναι που κάμνουνε μια ιστορία / μεγάλη κάθε πράγμα οι Aναμορφωταί / αυτοί. (Ευτύχημα θα ήταν αν ποτέ / δεν τους
χρειάζονταν κανείς.) […]», «Τα πρόωρα μέτρα φέρνουν μεταμέλεια», «Όμως υπάρχει
τι το ανθρώπινον χωρίς ατέλεια;»).
Το ποίημα λοιπόν
του Καβάφη, γραμμένο πριν από ογδόντα πέντε χρόνια, αποκτάει ένα νέο νόημα στα
νέα συμφραζόμενα. Ή μάλλον, για να το πούμε σωστότερα, αποκαλύπτεται τώρα ένα νόημα
που κρυβόταν μέσα του. Οι νέες ιστορικές συνθήκες φωτίζουν το ποίημα και
φανερώνουν το κρυμμένο νόημά του. Διότι ο Καβάφης, λόγω ιδιοσυγκρασίας,
μπορούσε να διαβλέψει (και να μετουσιώσει σε ποίηση) τη βία, την καταστροφικότητα,
την άγνοια τελικά για τα ανθρώπινα, που φέρει μέσα του ο λόγος περί αναμόρφωσης
και μεταρρύθμισης. Κάτι που είχε επισημάνει ήδη ο Σεφέρης: «ο Καβάφης δεν
ανήκει στο σόι των αναμορφωτών. Αυτούς τους πουριτανούς τους αντιπαθεί φανερά,
όπως φαίνεται στα ποιήματά του για τον Ιουλιανό ή στο “Εν μεγάλη Ελληνική
αποικία”».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου